- ισχυρογνώμων
- -ον, αρσ. και ισχυρογνώμονας (ΑΜ ἰσχυρογνώμων, -ον)αυτός που επιμένει στη γνώμη του, ακόμη κι όταν είναι εσφαλμένη ή παράλογη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχυρός + -γνώμων (< γνώμων < γιγνώσκω), πρβλ. ετερο-γνώμων, σκληρο-γνώμων].
Dictionary of Greek. 2013.